Πελοπόννησος Wine Fair, με προζύμι και άνευ 8/12/2020
Δεν ξέρω πόσο fair είναι να γράψω κυρίως για λευκά και ροζέ, αλλά για μένα η τιμώμενη περιοχή φέτος είναι η Μαντινεία και γενικώτερα το οροπέδιο της Τρίπολης, the Arcadian highlands.
Αιτία είναι ο καλύτερος τρύγος των τελευταίων 40 ετών, όπως δήλωσε ο Γιάννης Τσέλεπος, που μάλλον δικαιούται να ομιλεί επ αυτού. Πλήρης απουσία βροχής στην ωρίμαση των σταφυλιών όλο το Σεπτέμβρη και Οκτώβρη και ιδανικές ήπιες θερμοκρασίες, που όπως έχουμε διαβάσει στα κιτάπια που σπουδάσαμε, είναι το ζητούμενο για να αναπτύξουν τα σταφύλια πλήρη φαινολική ωριμότητα και το κρασί πολυπλοκότητα, βάθος και διάρκεια επίγευσης, ικανότητα παλαίωσης κλπ, κλπ. Δεν ισχύει στον ίδιο βαθμό σε άλλες περιοχές, ούτε επαναπροσδιορίζεται μια ποικιλία, όπως εδώ το Μοσχοφίλερο, που φέτος μαύρισαν και οι λευκοί κλώνοι του το Ασπροφίλερο και το Ξανθοφίλερο, που μάλλον δεν είναι κλώνοι...
Τι διαπιστώσαμε λοιπόν; Όλα τα 19άρια κλειστά, αλλά εκκρηκτικά, με τα αρώματα του λεμονιού, λάιμ, και λεμονανθών να σπρώχνονται, σφιχτή γροθιά το στήθος σου, που σκίζει το μετάξι. Σώμα από σχεδόν μέτριο και πάνω ήδη στου Τσέλεπου, που δείχνει για σεμινάριο, αλλά ούτε ένα μέτριο κρασί. Οι Portes του Σκούρα που πέρσι μου είχαν σηκώσει αρνητικά το φρύδι, φέτος γκαζώνανε, όπως και η Μαντινεία του Μωρόπουλου, του Καλογερόπουλου αυτή των επιλεγμένων αμπελώνων και και η βιολογική από τα δικά του αμπέλια. Ο Μπουτάρης είχε ένα εντυπωσιακό επετειακό, γεμάτο και πληθωρικό με ωραία ισορροπία, το Οροπέδιο φινετσάτο πάντα και κομψό και ένα χωρίς θειώδη (σχεδόν) με πολύ διαφορετικό και ενδιαφέρον προφίλ, ένα από τα ελάχιστα «φυσικά» κρασιά που όχι μόνο δεν θέλεις να επιστρέψεις πάραυτα, ή να το κρατήσεις για φακές, αλλά είναι ιδιαίτερο και απολαυστικό. Ο Τρουπής είχε εμφιαλώσει μόλις 2 μέρες πριν το πολύ ωραίο Θέσις με 4 μήνες βαρέλι, αλλά πάλι έδειχνε την κλάση του, ενώ η απλή Φτέρη ήταν πολύ καλή. Θα μείνω ίσως στο ότι η Μαντινεία του Τσέλεπου, δικαίως κλασσική, έδειχνε να έχει ήδη ένα-δυο κυλίνδρους παραπάνω σε ατμοσφαιρικό κινητήρα.
Όμως Μοσχοφίλερο έχει και η Στυμφαλία, με παρόμοιο υψόμετρο και μικροκλίμα και η Στροφιλιά εκτός από ένα πολύ καλό Σαρντονέ στυλ Chablis, που όλο και γεμίζει το σώμα του, είχε ένα αντίστοιχα πολύ καλό, αλλά με 20% Σοβινιόν και ο Μπίζιος ένα πολύ καλό επίσης, όπως και το Σοβινιόν του Πυργάκη.
Ο Σιδερίτης τόσο του Παρπαρούση όσο και των Αχαιών πολύ καλός και το ροζέ Petite Fleur ακόμα καλύτερο, ατσάλινο και κομψό και κλειστό στον κορσέ του. Αντίστοιχα εξαιρετικά αλλά κλειστά ακόμα τα ροζέ Μοσχοφίλερα Μωρόπουλου, Τρουπή και ένα τσικ ροδόχρουν του Ζαχαριά, οι πολύπλοκες εκφάνσεις του από Σκούρα στο Πέπλο (θολό, από την δεξαμενή) και το Gris de Nuit του Τσέλεπου και άλλα που έλλειπαν ή μου δέφυγαν, πιστεύω πως είναι το μέλλον, όπως έγραψα 4 χρόνια πριν, λογικά είναι η πιο ολοκληρωμένη έκφραση της ποικιλίας και τα φετινά δεν αποτελούν εξαίρεση. Το Ασύρτικο του Παρπαρούση σε πολύ καλή χρονιά. Η Κυδωνίτσα του Ζαχαριά ήταν η καλύτερη που έχει βγάλει ποτέ, του Θεοδωρακάκου γεμίζει όσο πάει και του Γκόφα ήταν φρεσκοεμφιαλωμένη, θα συναντηθούν στο δρόμο αργότερα και θα τα πουν στο οινόραμα μαζί με τις άλλες. Εξαιρετική και η Μαλαγουζιά του Ζαχαριά. Το φετινό Ασπρολίθι του Ρούβαλη τα σπάει. Η Malvasia Aromatica του Κορωνιώτη έχει εξελλιχθεί πολύ ωραία επίσης. Τα Χνάρια της Ράπτη και το Ασύρτικό της σκίζουν. Η σειρά Monograph της Γαίας εν ου παικτοίς.
Οι οινοποιήσεις με παραμονή σε φίνες οινολάσπες ή σε βαρέλι ή και τα δύο ή και τα τρία (με αμφορέα) είναι ένα θέμα από μόνο του. Ας πω αρχικά πως to Blanc de Gris του Τσέλεπου και η Thea της Σεμέλης είναι εξαιρετικά πλέον και σε πολύ καλές στιγμές, παρόλο που είναι εντελώς διαφορετικά, το πρώτο έχει μια πιο τραγανή αρρενωπή τρισδιάστατη πολυπλοκότητα, ενώ το άλλο διακρίνεται από μια γυναικεία μεταξωτή φινέτσα χωρίς ραφές. Μετά, πως το Salto του Σκούρα παρότι φρεσκοεμφιαλωμένο είχε βγάλει δοντάκια, και η δουλειά του Παρασκευόπουλου με τις οινολάσπες στο δικό του Μοσχοφίλερο, είχε κάτι από τον έντονο χαρακτήρα που χαρακτηρίζει το εξαιρετικό του Ασύρτικο της Γαίας με άγριες ζύμες και επιλεγμένα βαρέλια, προσοχή, δαγκώνει.
Όμως, όπως είπα, οι φίνες οινολάσπες είναι πολλά σεμινάρια, η διαφορά στον τρόπο της ανάδευσης ποικίλει από την φινέτσα και τις διαφορετικές πολυπλοκότητες ως το χυδαίο μπούκωμα του κρασιού, που αυξάνει τον όγκο, αλλά καταστρέφει την ισορροπία και παύει να εκφράζεται η ποικιλία. Ένα ενδιαφέρον παράδειγμα είναι το 2018 του Μωρόπουλου, που ήταν εκεί σε 2 φιάλες, μία εμφιαλωμένη τον Αύγουστο και μία απ’ ευθείας από τη δεξαμενή, χωρίς τρυγική σταθεροποίηση. Ίδια ηλικία και απ την ίδια δεξαμενή, αλλά το ένα έχει παραμείνει με τις οινολάσπες που έχουν να αναδευτούν από το Μάιο. Και όμως. Κανένα δεν είχε εμφανή ίχνη δευτερογενών, λίγο μπισκοτάκι, λίγο ψωμί, λίγο προζύμι,-όπως με ειρωνεύτηκαν που δεν τα βρήκα-ένώ είχαν έντονα τα τριτογενή, αποξηραμένες φλούδες νερατζιού και πορτοκαλιού και κουμ κουάτ και άλλα και αυτό που ήταν στη δεξαμενή ακόμα περισσότερη εξέλιξη, σώμα και διαστρωμάτωση. Επειδή είμαι ευαίσθητος στην ειρωνία, ζήτησα από πολύ έμπειρο άνθρωπο του χώρου με πολύ καλή παλέτα να μου πει τη γνώμη του, η οποία επίσης δεν περιείχε προζυμάκι. Θέλω να πω, ακόμα κι αν ο στόμας μας είναι ανεπαρκής, αυτή η εξέλιξη είναι acquired taste, κάτι που το μαθαίνεις και όχι άμεσα σχετιζόμενο με τα χαρακτηριστικά του κρασιού αναγκαστικά. Περισσότερο το μάθαμε από τις καλές Σαμπάνιες και υπάρχει κάποια μόδα και η ανάγκη να προσθέσουμε όγκο ενίοτε. Το συμπέρασμα εδώ είναι πως η παραμονή με τις φίνες ζύμες 10-15 μήνες έδωσε αυξημένη πολυπλοκότητα, σώμα και όγκο με μακρύτερη επίγευση χωρίς ζυμαράκια, παρά μόνο τα χαρακτηριστικά της ποικιλίας. Όλοι το ίδιο έχουμε αλλά κάποιοι το κάνουμε αλλιώς. Κάποιοι το μπουκώνουμε, άλλοι θέλουμε κραγιόν και άλλοι απλά περισσότερο απ το ίδιο. Κακό είναι γιατρέ μου;
Τα λέω αυτά γιατί είμαι απ αυτούς που θεωρούν πως το ιερό δισκοπότηρο του κρασιού είναι η όσο δυνατόν καθαρότερη έκφραση της ποικιλίας, σε όσο το δυνατόν μεγαλύτερο βάθος, με πολυπλοκότητα χωρίς φτιασιδώματα. Το βαρέλι ας πούμε θέλω να προσθέτει όγκο, δομή και διάρκεια, όχι κανελογαρύφαλλα.
Για παράδειγμα, το καινούργιο μου βαφτιστήρι, το My (Mauroudi young) ένα Μαυρούδι δεξαμενής από τον Θεοδωρακάκο -δεν έκρυψα ποτέ την αγάπη μου για τη συγκεκριμμένη ποικιλία, κι ας μην είναι ίδια με τη Βορειοελλαδίτικη- σε δική μου ιδέα, με εξέπληξε που εκφράζει καθαρότερα την ποικιλία από το σινιέ αδελφάκι του που έχει περάσει βαρέλι. Αρωματική πολυπλοκότητα, αραιό σχεδόν σώμα αλλά με φίνες τανίνες, έντονα μαύρα φρούτα ξεκάθαρα, διαυγή.. Μπορώ να το φανταστώ και πυκνότερο, αλλά πάλι χωρίς βαρέλι ή..., αλλά δεν θα τα πούμε όλα. Ούτε κομίζω γλαύκα, υπάρχει χρόνια ρεύμα που ζητάει κρασιά ανεπιτήδευτα, τα φυσικά κρασιά είναι παρακλάδι του που ανεξαρτητοποιήθηκε.
Δεν δοκίμασα τα περισσότερα κόκκινα, εκτός ίσως το πολλά υποσχόμενο Θανάσης Παπαιωάννου του πατριάρχη από την ποικιλία –παραγγελία που φέρει το όνομά του, το πολύ καλό επετειακό του Παρπαρούση το εξαιρετικό Κτήμα 2017 του Μητραβέλα, και δυο-τρία ακόμα, όπου όμως πλέον έπεσε ο ρελές. Για άλλη μια φορά διαπιστώνω την ταξική όσμωση του κρασιού. Οι καλοί γίνονται καλύτεροι, αλλά και μερικά νεαρά λιοντάρια ανεβαίνουν επίσης, σε αντίθεση με την κοινωνία που οι πλούσιοι γίνονται πλουσιότεροι και φτωχοί φτωχότεροι. Και η Πελοπόννησος έχει πολύ και καλό ψωμί, με προζύμι ή χωρίς.
Ο χώρος εξαιρετικός, άρτια διοργάνωση από Βασιλική Κουτσοδήμου, Μαριάννα Μακρύγιαννη και Μανόλη Γιαμνιαδάκη, σεμινάρια, μίνι-σεμινάρια και αγάπη για το Ελληνικό κρασί. Τι άλλο θελαμε; Σχεδόν τίποτα. Ίσως κανα κριτσινάκι και Σάββατο αντί Δευτέρας. Ευχαριστούμε θερμά!