Oenovation ή οι καινοτομίες της Στροφιλιάς.

    Η πρώτη καινοτομία που θυμάμαι από το ιστορικό οινοποιείο ήταν  το πρώτο ουσιαστικά αθηναϊκό wine bar εκεί στη Χρήστου Λαδά

και στις μνήμες των παλιών το καλύτερο σε ατμόσφαιρα, επειδή ήταν απαλλαγμένο από από τους ιούς του σύγχρονου λάιφστάιλ. Είμαστε εκεί για το κρασί και την καλή παρέα, και  πολύ συχνά χορεύαμε ως το πρωί, επειδή, πέρα από τη διάθεσή μας, υπήρχε και ο αντίστοιχος χώρος ακόμα και για χορευτικές φιγούρες. Ανεπιτήδευτο, οινικό, προσιτό, γνήσιο, την εποχή που το κρασί στη συνείδηση του κοινού ήταν στα σπάργανα, και εμείς πίναμε τις τότε φιάλες του οινοποιείου, λευκή και ερυθρή Στροφιλιά αλλά και τις  πρώτες της νέας εποχής, που μόλις έσκαγαν μύτη. Ναι, σύν πλήν 1990. Όμως το κρασί εκεί ήταν στοιχείο του πολιτισμού μας, όπως ένα βιβλίο, διόλου τυχαίο, αφού ο Σάμης  ένας από τους τρεις  ιδιοκτήτες τότε, ήταν παράλληλα εκδότης. Αν αυτό δεν ήταν oenovation για την εποχή, φταίνε τα ελληνικά ή και τα αγγλικά μου, I say, what?

    Μετά ήλθε ο γάμος με το Κατώγι και πολύ μετά  το συναινετικό διαζύγιο, που όπως δεν συμβαίνει πάντα, απογείωσε την Στροφιλιά, που είχε χάσει τη λάμψη της μέσα στα συζυγικά δεσμά. Ένα χρόνο μετά, το 2018, δοκίμασα όλα  τα κρασιά του οινοποιείου σε μιά επίσκεψη της οινοτουριστικής ποδηλατικής διοργάνωσης cycling for wine και εντυπωσιάστηκα τόσο από την καθαρότητα των γεύσεων, της ανάδειξης του χαρακτήρα του κάθε κρασιού και  των ποικιλιών, που το μετέφερα στον ένα εκ των ιδιοκτητών, τον Αχιλλέα Λαμψίδη. Συνεχίζοντας έκτοτε να εντυπωσιάζομαι με τη σταθερότητα του ανανεωμένου προφίλ των κρασιών ρώτησα και συμπέρανα πως υπεύθυνος ήταν ο νέος οινολόγος Γιάννης Λίγκας, αλλά και το σύστημα φύτευσης Lyra, που είχε εφάρμοσε ο Αχιλλέας στα αμπέλια του Ασπρόκαμπου, της Αρχαίας Νεμέας και αλλού. Στην παρουσίαση τέλος της σειράς κρασιών Σπάνιες Γαίες της Στροφιλιάς, με την υποσημείωση πια oenovation, στο εστιατόριο Fuga του Μεγάρου Μουσικής, όλα αυτά έπαψαν να είναι σκόρπιες πληροφορίες και έκλεισε το παζλ.

    Για όποιον ενδιαφέρεται, το σύστημα φύτευσης Lyra  του καθηγητή Carboneau είναι ιδανικό για τα εδάφη της περιοχής της Νεμέας και του Ασπρόκαμπου. Αποτρέπει την ανάπτυξη άχρηστου φυλλώματος, αναπτύσσει ένα υγιές και αποδοτικό φυλλικό τείχος που με τη σειρά του λειτουργεί ιδανικά  ως κινητήρας του φυτού μέσω της φωτοσύνθεσης, παράγοντας  σταφύλια με πλήρη φαινολική ωριμότητα που είναι η προυπόθεση για μεστό αρωματικό, απολαυστικό κρασί. Η αποτελεσματικότητα του νέου συστήματος ήδη ακολουθείται από μεμονωμένους οινοποιούς της  Νεμέας, που έχουν αντιληφθεί τα πλεονεκτήματά του μέσα από τη δουλειά της Στροφιλιάς.

    Όσο για τον Γιάννη Λίγκα, είναι ο νέος συνιδιοκτήτης της Στροφιλιάς μετά το διαζύγιο, εκτός από χημικός και οινολόγος και ιδιοκτήτης του υπερσύγχρονου υποδειγματικού χημικού αναλυτικού εργαστηρίου Cadmion. Έγινε φανερό, σε μένα τουλάχιστον, πως αυτή η επιλογή ήταν η ειδοποιός διαφορά που επέτρεψε στα υπόλοιπα να αναδειχτούν, όπως και το επικοινωνιακό χάρισμα και η επιμονή της Μαρίας Μαλτέζου. Κατά τη διάρκεια της συνεργασίας του με το Γεωπονικό Πανεπιστήμιο  ήρθε σε κοινωνία με μια μελέτη που εκπόνησε στα ΤΕΙ ο διευθυντής του τμήματος οινολογίας και  επιφανής συνιδιοκτήτης της Γαίας Γιάννης Παρασκευόπουλος  για την βελτιστοποίηση της μηλογαλακτικής ζύμωσης (MLF) στη ζώνη ΟΠΑΠ Νεμέας, κατά την οποία συνοπτικά αυτή ενθαρρύνεται να συμβεί αμέσως μετά την έναρξη της αλκοολικής, αντί μετά την ολοκλήρωσή της όπου συμβαίνει αυθόρμητα, με πολύ ενδιαφέροντα αποτελέσματα. Πειραματίστηκε με τα ευρήματα και το κλου της βραδυάς, το τελευταίο κρασί της σειράς Σπάνιες Γαίες, ένα αγιωργίτικο από τον Ασπρόκαμπο Νεμέας είναι το πρώτο ολοκληρωμένο του αποτέλεσμα αυτής της μεθόδου.

    Ο Μαύρος Κώνος 2020 λοιπόν, από το σχεδόν ομώνυμο αμπελοτόπι, είναι εντυπωσιακός, ειδικά για κρασί εμφιαλωμένο μια βδομάδα πριν και με ένα χρόνο βαρέλι στην πλάτη. Ανεπιφύλακτα ήταν το πυκνότερο κρασί της βραδυάς και ελάχιστα θύμιζε ό,τι γνωρίζω από αγιωργίτικο. Έχω ακουστά για μύτη από μελάνι σε κόκκινα κρασιά, δεν το έχω αναγνωρίσει ποτέ, ως τη βραδυά αυτή εννοώ. Στο ενδεδειγμένο για παλαιωμένα αγιωργίτικα  Old world Syrah ποτήρι της εταιρίας Riedel, για αρκετή ώρα έβρισκα μόνο μελάνι, άντε και ελάχιστα μπλε φρούτα δάσους, μύρτιλλα ας πούμε. Πέρασε αρκετή ώρα πριν αναδυθούν γνωστά αρώματα και γεύσεις, μαυροκέρασο, δαμάσκηνο, κορινθιακή, και πάλι όμως  πιο μαύρα απ’ ό,τι συνήθως. Οι τανίνες ήταν φίνες και λεπτές, χωρίς διαστρωμάτωση φυσικά, λόγω νεότητας και η επίγευση προς το μακρύ. Ήταν φανερό το νεαρό της ηλικίας, αλλά με ωριμότητα, που αν ήταν πιανίστας θα μιλούσαμε για παιδί-θαύμα. Θα δοκιμάσω τη φιάλη που μας δωρίστηκε άμα τη αναχωρήσει μας μετά από τουλάχιστον έξη μήνες, που σίγουρα θα έχει αρκετά περισσότερα να μας πει.

    Δεν μπορώ να προσπεράσω πως έχουμε ένα πολύ ιδιαίτερο κρασί υπέρπυκνο, απολαυστικό, διακριτής ποιότητας, που πίνεται πολύ ευχάριστα δεκατέσσερις μήνες μετά τον τρύγο του, με ένα χρόνο βαρέλι και μία βδομάδα φρεσκοεμφιαλωμένο, ενώ άλλα αντίστοιχα θα είχαν φέρει σε πολύ δύσκολη θέση τη στοματική μας κοιλότητα. Μήπως είναι αυτό που θέλει ένας οινοποιός; Έτοιμο κρασί παλαίωσης σε ενάμισυ, άντε δύο χρόνια, ώστε να μπορεί να βγει γρήγορα στην αγορά; Και από μεριά μερακλή καταναλωτή που δεν έχει δυνατότητα συνθηκών παλαίωσης θείο δώρο; Ίσως. Ο χρόνος θα δείξει. Πάντως ήταν το εντυπωσιακότερο κόκκινο της βραδυάς.

    Το Ταμπούρι από καμπερνέ φραν ακολουθεί, αν σας αρέσει η πολύ ιδιαίτερη αυτή ποικιλία με τη χαρακτηριστική φυτικότητα και φινέτσα. Εδώ οι τανίνες ήταν διαφορετικές, μια ιδέα στιβαρότερες και αδρότερες, πράγμα που μου άρεσε πολύ, προσέδιδαν διαφορετική πολυπλοκότητα και είχαμε και τα χαρακτηριστικά κόκκινα φρούτα της ποικιλίας σε ένα λεπτό σαρκώδες σύνολο. Ο Ασπρόκαμπος άλλωστε είναι ιδανικός για αυτήν με το σχετικά ψυχρό κλίμα, το αμπελοτόπι με την ταιριαστή εδαφική σύσταση και τα δροσερά βράδυα που δίνουν ανάσες στο φυτό στην κάψα του καλοκαιριού. Ένα κρασί για διαλογισμό με πολύ μικρή παρέα, καλή μουσική και ένα υποστηρικτικό πιάτο που θα αναδείξει το κρασί, αντί να το ανταγωνίζεται, δεύτερο βιολί, τελεία. Η επίγευση είναι τέτοιας υφής που το απαιτεί, διακριτικά βέβαια.

    Όσο για το Γαλάρι, με όνομα προκύπτον από το αμπελοτόπι, όπως όλες οι σπάνιες γαίες, παρόλο που η σύνθεση από αγιωργίτικο, τανάτ και πτι βερντό ακούγεται αγριοτανινάτη, είναι μαλακότερο από τα άλλα δύο, φιλικότερο και ίσως αρμονικώτερο για τους περισσότερους γευστικούς κάλυκες. Άφθονα μαυροκόκκινα φρούτα, κεράσια, βύσσινα, φραγκοστάφυλλα, αποξηραμένα δαμάσκηνα και κορινθιακή, αόρατο σχεδόν βαρέλι, όπως και στα προηγούμενα, καλοδουλεμένες τανίνες και αρκετά πολύπλοκη δομή που οδηγεί σε απολαυστική, σχεδόν μακρά επίγευση.

    Άφησα τελευταία τα Βίδια, από σαρντονέ, που εξελίσσεται σε κρασί χαμαιλέοντα, το 2019 ήταν ένα ατίθασο, περήφανο ελληνικό Chablis, το 2020 έγερνε κάπως αναποφάσιστα νοτιότερα, το 2021 χωρίς να χάνει την πολύ καλή του οξύτητα, έχει πολύ καλή έκφραση των λευκόσαρκων φρούτων και λιγώτερο πράσινων μήλων και κορόμηλων, πολύ καλή δομή και ισορροπία και ευρύτερη πολυπλοκότητα, κλασικώτερα βουργουνδέζικο, αν προτιμάτε. Θα σας αρέσει πολύ, όσο άρεσε σε μένα το ‘19άρι.

   Ηθικό δίδαγμα δεν έχει;  Φυσικά. Καινοτομία υπάρχει που να δικαιολογεί και το πιασάρικο οenovation, αλλά πίσω από αυτήν κρύβεται πάθος για το κρασί, φιλοπεριέργεια συνδυασμένη με δίψα για την αναζήτηση των ορίων, καλός συντονισμός και επίμονη δουλειά σε όλα τα μέτωπα από όλη την ομάδα της Στροφιλιάς, γι’ αυτό μάλλον είδαμε θεαματική βελτίωση στα κρασιά της τόσο γρήγορα. Περιμένω ακόμα καλύτερα χωρίς να ανησυχώ.

Προκειμένου να παρέχουμε καλύτερη εμπειρία στους χρήστες μας, χρησιμοποιούμε cookies. Διαβάστε Περισσότερα