Σύνορο 2014, Κτήμα Σκούρα.
12/11/2021. Καμπερνέ Φραν 40%, Μερλό 40%, Αγιωργίτικο 20%. Το τελευταίο ποτήρι δεν ήταν απλά το καλύτερο, αλλά και το χάπι έντ ενός μικρού θρίλερ,
όπως μπορεί να συμβεί σε κλασάτα κρασιά με έντονο χαρακτήρα.
Το πιο αναγνωρίσιμο κρασί του Γιώργου Σκούρα ως ερυθρή ναυαρχίδα του είναι ο Μέγας Οίνος, αλλά η επιτομή της φινέτσας του ίσως είναι το σημερινό, που θα μπορούσε να περιγραφεί ως χαρμάνι της δεξιάς όχθης του Μπορντώ, όπου το Αγιωργίτικο έχει προστεθεί στις άλλες δύο σταθερές ποικιλίες της περιοχής, για να δώσει άρωμα Ελλάδας και με αυτήν την ταυτότητα να ιντριγκάρει τόσο τον Έλληνα, όσο και τον ξένο οινολάτρη. Προέρχεται από επιλεγμένα αμπελοτόπια ιδιαίτερου μεσοκλίματος, χαμηλών στρεμματικών αποδόσεων, υφίσταται μακρά εκχύλιση μετά την αλκοολική ζύμωση, παλαιώνει σε κατά 50% νέα βαρέλια για ένα χρόνο και παραμένει τουλάχιστον άλλους δώδεκα μήνες στη φιάλη, αλλά στην πραγματικότητα βγαίνει στην αγορά αργότερα, ίσως και επειδή η αναγνώριση της ευγένειας στο κρασί δεν περιλαμβάνεται στα εθνικά μας σπορ.
Μια ζωή την έχουμε και έχοντας εξασφαλίσει τη συμπαράσταση του δικού μου Γκοντό, που όχι μόνο έρχεται, αλλά δεν αργεί καν, αποφάσισα να ανοίξω αυτή τη φιάλη μεσοβδόμαδα. Υποστήριξη από χοντρή χοιρινή σπαλομπριζόλα, χειροποίητο μοσχαρίσιο μπιφτέκι χωρίς ψωμί και τρεις σαλάτες. Δεν ακούγεται πολύ χάι, αλλά είμαι ορκισμένος εχθρός των περίπλοκων γαστρονομικών μενού με τέτοια κρασιά, εφ’όσον, σε προσωπικό επίπεδο, το κρασί έχει την πρωτοκαθεδρία και το φαγητό υποστηρίζει.
Χρώμα ρουμπινί, λαμπερό, όχι ιδιαίτερα βαθύ και άνευ κεραμιδί αποχρώσεων. Μύτη άμα τη αποπωματίσει, σχεδόν έντονη, πυκνή και περιληπτική του εαυτού του. Κόκκινο και μαύρο κεράσι, βύσσινο, αποξηραμένο δαμάσκηνο, ελάχιστος κέδρος, λίγο μαύρο πιπέρι, αυτά από τα μερλό και αγιωργίτικο. Όμως υπάρχει κυρίως η μαγεία του καμπερνέ φραν με την ιδιαίτερη φυτικότητα, τη μέντα, την αρωματικότητα. Στόμα πυκνό, αλλά όχι μπουχτιστικό, με το δεκατεσσάρι αλκοόλ δομημένο άψογα ανάμεσα στα ίδια σχεδόν φρούτα που βρήκαμε στη μύτη, τη διακριτή οξύτητα και τις πλούσιες μεταξωτές τανίνες. Μεγάλη ένταση γεύσης, πολύπλοκη δομή με έμφαση στη διαύγεια, τη φινέτσα και τη μακριά επίγευση. Καράφα για μιά ώρα με στενό μαρκάρισμα στο ποτήρι.
Η λιτή και απέριττη αλλά ανάγλυφη γεύση των κρεάτων ήταν ιδανική συνοδεία, υποστήριζαν χωρίς να προσπαθούν να επιβάλουν την παρουσία τους ανταγωνιστικά. Το κρασί είχε ανοίξει χωρίς να προστεθούν νέα αρώματα φρούτων, μόνο λίγη μαύρη κορινθιακή σταφίδα. Όμως ήταν πολύ σαφέστερο, διαυγέστερο και αρωματικώτερο. Είχε αποκτήσει κυρίως περισσότερη φινέτσα και όλα τα αρώματα εκφράζονταν καλύτερα, αβίαστα, κάπως σαν ταξίδι σε δρόμο με ανοιχτές στροφές, καλοκουρδισμένη ανάρτηση και πολλά κυβικά. Είχαμε καταλήξει από την αρχή στο μεγάλο ποτήρι των 750ml του Lallement, που αναδεικνύει τέτοια κρασιά και τις ατέλειες άλλων.
Για μιάμιση επί πλέον ώρα απολαμβάναμε το κρασί με εκλεκτές τρομπέτες και σαξόφωνα, μυρίζαμε, σηκώναμε τα φρύδια χαμογελώντας, πίναμε μικρές γουλιές, τις γυρίζαμε στο στόμα και σχολιάζαμε, αισθανόμαστε πως είμαστε παρέα με εξαιρετική συντροφιά που άξιζε της αμέριστης προσοχής μας. Κάπου στη μία ώρα όμως, το ως τότε άψογα δομημένο αλκοόλ βγήκε μπροστά και κυριάρχησε και στα δύο ποτήρια. Το θρίλερ κράτησε λίγο, δέκα με δεκαπέντε λεπτά, ενώ εμείς είμαστε σε επιφυλακή. Ανταμοιφθήκαμε με τη θεαματική επανάκαμψη του κρασιού, με φανφάρες, πολύ καλύτερο και αναλυτικώτερο από πριν και ένα καταπληκτικό τελείωμα στο τελευταίο ποτήρι. Δεν μας είχε ξανασυμβεί. Θρίλερ ναι, αλλά άξιζε τον κόπο!
Αν είμαστε άλλοι χαρακτήρες, μπορεί να αναθεματίζαμε το Σκούρα που μας άφησε στα κρύα του λουτρού και να χάναμε το εξαιρετικό υπόλοιπο. Αν επίσης η φιάλη είχε ανοιχτεί για μια παρέα έξι ατόμων, κανείς δεν θα μάθαινε για το θρίλερ ή το τελευταίο ποτήρι, αφού θα είχε πάρει απλά μια πρώτη γεύση. Θέλω να πω αυτά τα κρασιά δεν είναι της παρέας, αλλά των επίμονων εραστών τους. Αν δεν σεβαστείς την ιδιαιτερότητά τους, προσβάλλεις όχι αυτά, όχι τον οινοποιό, αλλά τον εαυτό σου που δεν στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων και έχασε την ευκαιρία μιας σπάνιας εμπειρίας. Είναι, από την ανάποδη, σαν να βάζεις στο στερεοφωνικό τη σονάτα για βιολί και πιάνο του Φρανκ (τη θρυλούμενη ως σονάτα του Βιντέιγ στον Προύστ) για μουσική υπόκρουση στο φαγητό: θα πάει χαμένη. Όπως λοιπόν λέει ο T.S. Elliot, prepare a face to meet the faces that you meet. Αξίζουν τον κόπο η καράφα και η αναμονή.
Και το ψηλό αλκοόλ που κατέστρεψε στγμιαία την ισορροπία; Δεν θα μάθουμε ποτέ ίσως γιατί, αλλά όπως και στους ανθρώπους, σημασία δεν έχει αν θα πέσεις, αλλά αν θα σηκωθείς να συνεχίσεις ως το τέλος. Γύρισε το παιχνίδι την τελευταία στιγμή και θριάμβευσε, όπως λίγα κρασιά μπορούν.
Πολλή κουβέντα γίνεται για Μεγάλα κρασιά. Η συζήτηση είναι ναρκοπέδιο. Μπορώ όμως να πω άφοβα πως η απόλαυση κρασιών σαν το Σύνορο είναι μια σπάνια εμπειρία, χρήζει της αμέριστης προσοχής σου, ανταμοίβει και είναι από τα κρασιά που δεν ξεχνάς την άλλη μέρα. Τους τηλεφωνείς να τους πεις πόσο ωραία πέρασες και νοιώθεις στη φωνή τους πως χαίρονται που σε ακούνε.